Δευτέρα 11 Μαΐου 2009

Μια μικρή «γεύση»… λίγο πικρή… σχετικά με την εισαγγελική παρέμβαση στις ατασθαλίες του Δήμου Καματερού

Γράφαμε: Πως θα καλυφθεί αυτό το σκάνδαλο στο Δήμο Καματερού;
Και γνωστοί άγνωστοι, πανικοβλημένοι μας βομβάρδισαν με ανώνυμα σχόλια.
Τώρα τα πρώτα στοιχεία με έγγραφα ντοκουμέντα!
Πόρισμα
(κλικ στην εικόνα, για να δούμε και να μην πιστεύουμε!)
(κλικ στην εικόνα για να δούμε ΠΟΛΥ ΚΑΛΑ το επίσημο έγγραφο)
Ο κ. Μπασέας ήταν πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου, με όλους τους Δημάρχους και συνεπώς μαζί με τον νυν Δήμαρχο κ. Καμαρινόπουλο και πρόεδρος της ΔΕΠ (Δημοτική Επιτροπή Παιδείας).
Βέβαια, το 2005, που τον αναφέρει το πόρισμα ως υπεύθυνο, για να είμαστε δίκαιοι, πρόεδρος ως το τέλος του έτους ήταν ο αξιότιμος και αξιοσέβαστος νυν Δήμαρχος κ. Καμαρινόπουλος.
Και… το κερασάκι… και οι δύο εμφανίζονται ως πρωτοκλασάτα στελέχη του ΠΑΣΟΚ. Μάλιστα ο κ. Καμαρινόπουλος διακηρύσσει σε όλες τις κατευθύνσεις ότι έχει την απόλυτη προστασία του Απόστολου Κακλαμάνη και δεν φοβάται ΤΙΠΟΤΑ!
Και έτσι να είναι, εμείς γνωρίζουμε το ήθος και τους αγώνες για τη Δημοκρατία του Α. Κακλαμάνη και είμαστε σίγουροι πως θα πάρει τις αποστάσεις του… αν είναι υποστηρικτής του κ. Καμαρινόπουλου.
Επίσης, η αδέκαστη δικαιοσύνη δεν γνωρίζει πως το διαχειριστικό έτος 2005 και το έλλειμμα εκείνου του έτους δεν πρέπει να καταλογιστεί μόνον στον κ. Μπασέα;
Απλώς, αναρωτιόμαστε…

(κλικ για να δούμε σε πλήρη ανάπτυξη το επίσημο έγγραφο)

Ο κ. Γιαννικόπουλος είναι Δημοτικός Σύμβουλος, Ταμίας της Σχολικής Επιτροπής Β’ Γυμνασίου, επίλεκτο στέλεχος του ΠΑΣΟΚ και αστυφύλακας αποσπασμένος στην ασφάλεια του βουλευτή ΠΑΣΟΚ Υπολοίπου Αττικής κ. Ηλία Βρεττό.
Ο κ. Βρεττός, έχει ενημερωθεί για τις δικαστικές εμπλοκές του συνεργάτη του αστυφύλακα;
Η απώλεια των περίπου 40.000 € σε ποιο σχολείο είναι;
Γιατί εκεί δεν πλήρωναν;
Ποιος ωφελείται σε κουκιά-ψήφους από τους μαθητές του Γ’ Γυμνασίου, με Διευθυντή τον κ. Καράλη;
Αυτά –για την ώρα- προς κάθε δύσπιστο…
Αναμένουμε τα υπόλοιπα λουλούδια που θα κληθούν από τον εισαγγελέα και σίγουρα δεν πρόκειται για σκάνδαλο τύπου βατοπεδίου, Παυλίδη και σια, αλλά για έναν μικρό Δήμο στην πιο υποβαθμισμένη περιοχή της Αθήνας, τέτοιες πολιτικές δεν αξίζουν στους ανθρώπους του μόχθου και της βιοπάλης που ζουν στο Καματερό.
Η κυρία Ζερβάκη, τοπάρχης του ΠΑΣΟΚ στη Δυτική Αττική, γνωρίζει; Έχει ενημερώσει το ΠΑΣΟΚ;
Άραγε η Ιπποκράτους είναι ενημερωμένη;

Τώρα θα υπάρξουν επίσημες απαντήσεις;

Η Δημοτική Αντιπολίτευση (ολόκληρη) γιατί σιωπαίνει;

6 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

XEIROKROTO THN ELEUTHERA LOGOU!!! XEIROKROTO KAITON ANIDEO POU GRAFI AUTON!! XORIS NA KSERI GIA TIS APOFASIS!!!!!!! NA PAS NA DOULEPSIS SE POLITIKI EFIMERIDA ME TO PROT ARTHRO THA PARIS PROAGOGI ESI! ISE FADASTIKOS!!!!!!! XAXAXAXAX

Ανώνυμος είπε...

Ακούσατε, ακούσατε,…

Ο «Θίασος Δημοτικολαϊκών Σκιών και διαρκών φαντασιώσεων» ή άλλως:

«Το Σαράι του (κάθε) Καραγκιόζη»…

Αφίχθηκε στην ταπεινή, έρημη και καταφρονεμένη πόλη, την ερημοδιωγμένη και την υποβαθμισμένη…

Δια να σας παρουσιάσει το:

«Έργον διδακτικόν και ηθικοπλαστικόν, λαϊκόν, διασκεδαστικόν, δια μικρούς και μεγάλους, κατοίκους και μη, ΄ρσενικούς και θηλυκούς»…

Δι΄ επωνύμου θιάσου, του οποίου τους πρωταγωνιστές θα σας παρουσιάσουμε προσεχώς, θιάσου άρτι αφιχθέντος ειδικώς εις την υποβαθμισμένην συνοικία σας…

Δια το (δημοτικόν) καλόν σας…

«Υποθετικόν σενάριον»:

Είναι βράδυ και στο σεράγι έχουν ανάψει τα κηροπήγια αχνοφέγγοντας στον κατά φαντασία Βεζίρη (που όταν δεν κοιμάται ονειρεύεται να γίνει βεζίρης στη θέση του Βεζίρη και όταν το ονειρεύεται, η συγκίνηση δεν τον αφήνει να κοιμάται)…
Ανακλαρισμένος στην πολυθρόνα, δίπλα στον ταπεινό σοφρά…
Αργά και ράθυμα, ανακάθισε και η πολυθρόνα διαμαρτυρήθηκε για το βάρος που δέχεται καθημερινά τρίζοντας με οργή….
Ρούφηξε μια γουλιά από το φρέντο καπουτσίνο, έριξε μια φευγαλέα ματιά στο κινητό, για καμιάΝ αναπάντητη κλήση, για κανά sms, τίποτις, ούτε φωνή ούτε ακρόαση…
Μα δεν είναι δυνατό σκέφτηκε, ο καιρός πλησιάζει και κανείς δεν με γυρεύει;
Τι γίνεται, αφού ολημερίς και οληνυχτίς ολούθε γυρίζω κι ούλοι με βλέπουνε και ούλους τους παρακολουθάω…
Άρχισε τότε να κάνει δαχτυλίδια με τον καπνό από το τσιγάρο...
Με προσοχή, γιατί ο γιατρός του τόχε απαγορέψει, ένεκα τα κιλά και η χοληστερίνη... Γύρισε το κεφάλι με το χοντρό σβέρκο κατά την Φυλής, εκείθε οπού έπεφτε το τσιφλίκι και οραματίσθηκε ένα στρατό από εργάτες να χτίζει ψηλές μάντρες με μπεντένια, χοντρά κάγκελα και αγκαθωτά σύρματα…
Επιτέλους, αυτό το «μονότονο κτήριο», που τόσο τον εσύγχυζε σαν άπαρτο κάστρο, σαν κάστρο στοιχειωμένο και ανταριασμένο, θάπεφτε…
Το σκεφτότανε μόνος του, το συζητούσε με τον εαυτό του, συμφωνούσε κιόλας μετά από εποικοδομητικό διάλογο και το αποφάσισε: “Αlea jacta est”…
Ρούφηξε άλλη μια γουλιά καπουτσίνο και χτύπησε «παλαμάκια, παλαμάκια»...
Κανείς δεν φάνηκε, κανείς, αυτό δεν του καλάρεσε…
Τότε λοιπόν, για να μην χρονοτριβεί, άρχισε να «μπλέκει το σενάριο», για νάναι έτοιμος, πανέτοιμος όταν ΄ρθουν αγάλι αγάλι, οι μπιστικοί και οι παρακοιμώμενοι, οι υποταχτικοί και οι γραμματικοί, οι καλαμαράδες…
Τι λοιπόν τούλειπε;
Μα ο Χατζηαβάτης αρχικά σκέφτηκε και χτυπώντας «παλαμάκια-παλαμάκια» νάτο το θάμα: εμφανίστηκε κι ήρθε τρέχοντας αυτός με τεμενάδες και γαλιφιές..
-Τι ορίζεις αφέντη μου, ψέλλισε στα φανερά (γιατί στα κρυφά όπως κάθε υποταχτικός τον σκυλόβριζε τον αφέντη)…Ο Βεζίρης έγειρε λίγο μπροστά (η πολυθρόνα ξαναστρίγγλισε), πήρε ένα χαρτί από το σοφρά και τόδωσε στο Χατζηαβάτη, που ήταν ακόμα σκυμμένος, αλλά από μέσα του κρυφογέλαγε...
(Του πέρασε απο το μυαλό πόση φασαρία και σκόνη θα σήκωνε πέφτοντας ο Βεζίρης αν έσπαγε η πολυθρόνα. Βλέπεις η σκόνη είχε κάνει στρώμα, από τότε που οι «δούλες» του σεραγιού σηκώσανε κεφάλι και διαμαρτυρόντανε με γραφτά.
-Αμ καλά τις στόλισε εκείνος ο γλύφτης του Βεζίρη που δεν θυμόταν ούτε ο ίδιος πόσα ονόματα είχε.
Από το «ονειροπόλημα» σαν να τον έβγαλε άξαφνα η φωνή του αφέντη:
-Διάβασε ορέ Χατζατζάρη το χαρτί που σου ΄δωκα & τα email, γιατί ξέχασα τα γυαλιά μου στον οντά και δεν καλοβλέπω.
-Αμέσως αφέντη, είπε δυνατά ο λακές και σιγά από μέσα του: "ενώ αν είχες τα γυαλιά θα τα καταλάβαινες"…
Διάβασε σιωπηλός και μετά σήκωσε το κεφάλι για πρώτη φορά, κοιτώντας το Βεζίρη με μάτια που γυαλίζανε από απληστία.
-Από το «Μινιστράτο Αδικίας» είναι αφέντη μου, το πιο σοβαρό...
-Ζητάνε τα τοπογραφικά για την περιοχή που τους μήνυσες ότι χαλάσαν τα σκολειά, ξεπατωθήκαν τα καλντερίμια, ρημάξαν τα βιλαέτια…
Τι τοπικά γραφτά θέλουνε ορέ, εγώ δεν έγραψα τίποτα, άλλοι τα γράψανε και τάδωκα στη δημοσιότητα για να τα χαμπαρίσει ο κόσμος ούλος, για να μάθει τι «Πασά» έχει στο δοβλέτι του και ποιος τονεδιαφεντεύει…
Για το άλλο, είπα στους Μινίστρους όχι γράμματα και δημοσιότητα θα μας «πάρουνε χαμπάρι»…
Μόνο κουβέντες, ίσες όμως, γιατί δεν τους ΄μπιστεύομαι κιόλας και άμα τους κάνει το μέρος κι εγώ, άξαφνα και στα μουγγά να το τελειώσουμε...
-Όχι τοπικά γραφτά αφέντη μου. Τοπογραφικά. Να σχέδια, ως είναι η περιοχή του Καματερού, μικρή είθε μεγάλη, ίσια που την επήρανε και στραβή που την εκάνανε καθώς έλεγες, να δούνε κι αυτοί τι άλλα έργα θέλει, τέτοια ζητούγανε και μολογούσανε...
Και ο τότε ο (υποψήφιος) Βεζίρης άναψε και άστραψε:
Μπρέ τους θεοσκοτωμένους καλαμαράδες δεν κόβει ντίπ το νιονιό τους ...
-Ναι αφέντη, είπε χαμηλόφωνα αλλά πρέπει λέγανε, να ματαϊδούνε τον τόπο, πως θα σκάψουνε για τα θεμέλια, άμα κρατήγει και βαστάζει το χώμα ή δεν βαστάζει, σάματις θέλει τσιμέντα και σίδερα, να τέτοια περίεργα όλο ρωτάγανε και εγώ ο δόλιος δεν ήξευρα τι να τους αποκριθώ…
-«Μεγάλο έργο» λέγανε θα γίνει, κανούριος Πασάς θα διαφεντέψει, ολάκερο σαράγι στο Καματερό θα φτιαχτεί, ας γενούνε όλα από την αρχή όπως τους πρέπει…
Τι βαστάει ορέ και δεν βαστάει, τι χαλεύονται; δεν τους σώνουν τα μηνύματα που τους έδωκα;
Τόσοι σεισμοί και τόσες συφορές το ήβραν το Καματερό, πολέμοι και καταστροφές, τίποτις δεν απόσωσε να μείνει, όλα ρημαδιό και πλιάτσικο…
-Αμήν Παναΐα μου σκέφτηκε ο Χατζατζάρης πάλι τους «δημοτικούς εφιάλτες» έχει… Τίποτα δεν του κάνανε τα μαντζούνια και τα γιατροσόφια που του δώκανε αυτοί οι μπαγάσηδες οι γιατροί…
Ορέ βλογιοκομμένε τι είπες, τι μολογάς αυτού πέρα;
-Έλεγα έλεγα, ψέλλισε, μήπως τζάμπα κι άδικα «καδράρισες» την παπαρούνα και περιμένεις καλό μαντάτο από την «Μεγάλη Πύλη»...
Και γιατί ορέ μου το λες ευτούνο; γιατί δεν έχεις εμπιστοσύνη στη γκλίτσα μου και στα χέρια μου;.
Ο Βεζίρης όμως τσιτώθηκε, άρχισε να προβληματίζεται ...
Δεν του άρεσε το ύφος του υποταχτικού καρπαζοεισπράχτορα του, ούτε γροίκαγε ότι με το προηγούμενο νταηλίκι του θα τους ματαγελάσει, βρε μπας και κάνω κάτι λάθος αναλογίστηκε;
Αλλά επειδής ποτέ δεν τα πήγαινε καλά με τη σκέψη και με τα λόγια, βοήθεια από τον Χατζατζάρη δεν του πήγαινε να ζητιανέψει, άρχισε τότε να κοκκινίζει και πάνω που πήγε να πάρει μπρός ήρθε ο κολλητός του ο «Σταύρακας» τραγουδώντας μόρτικα:
"Άνω κάτω χτές τα κάνανε
στην Φυλής τον παλιοτεκέ
πρωί-πρωί με τη δροσούλα…
Εδώ σταμάτησε άξαφνα φοβισμένος το τραγούδι ο μάγκας, βλέποντας το Βεζίρη κατακόκκινο…
Ορέ πούθε ανακατεφτήκανε ευτούνοι; μήπως δουλεύουνε για άλλους υποψήφιους Πασάδες κι εγώ δεν γροικάω;
-Σεκλετισμένο σε βλέπω αδερφάκι μου. Ποιος σε στεναχώρησε να τόνε ξεφλουδίσω; Είπε και έκανε να σύρει την κάμα -που δεν φορούσε-...
Πριν απο λίγο καιρό του την «πέσανε» κάτι χαρτογιακάδες από το «σύστημα» της Φυλής, αλλά καθώς πάγαινε να τραβήξει το λεπίδι να «καθαρίσει», κόπηκε μόνος του και από τότε την άφηνε σπίτι, γιατί δεν άντεχε και τα αίματα…
Λιγοθυμούσε. Πολλοί μαζευτήκαμε σκέφτηκε ο Βεζίρης και η δουλειά άρχισε να στραβώνει.
Τον εζώσανε τα φίδια…
-Τι έγινε μεγάλε? (Πάλι ο Βελής ανάθεμάτονε ρώταγε). Ωραία πράματα μαθαίνω για σένα και μείς στην απέξω?
Μονάχος αποφασίζεις και μας περνάς για ραγιάδες?
«Κολλεγκιά» από τώρα και ίσια μερτικά.
Και ΄γώ γεννήματα έχω και σόγια και κολλητούς…
Το κακό δεν έλεγε να τελειώσει.
Ένα «χαμογελαστό» πρόσωπο πρόβαλε άξαφνα στην πόρτα.
-Γεια και χαρά στις όμορφες και γεια στις μαυρομάτες…
Είπε και γέλασε ο «Μορφονιός» ψηλός, στακάτος, μελαχροινός, έτσι που τόχε πάντα συνήθειο.
Ο Χατζηαβάτης ψιλομαζεύτηκε.
Του είχανε σφυρίξει παλιότερα για κάτι «κλωτσιές» και τον ψευτοφοβότανε…
-Γειά χαρά ντάν στην παρέα, καμπάνισε τότες η βαριά φωνή του Καραγκιόζη!
Άλλο και τούτο πάλι, που βρέθηκε κι αυτός ακάλεστος…
Μαζευτήκατε μπρέ αθεόφοβοι ούλοι και δεν είπατε τίποτα σε μένα ορέ αχάριστοι που εγώ πούλησα τους δικούς μου για χατήρι σας?
Σας κατάλαβα ρε, γι' αυτό είχα αραιώσει και τώρα θα φύγω τελείως...
-Μπαμπάκο εγώ λέω να φάμε πρώτα και μετά να φύγουμε κλαψούρισε το κολλητήρι που κρυβότανε πίσω του.
Από τότε που δεν είσαι «Δήμαρχος» έχω να φάω, κανένας δεν μου δίνει.
Μια απότομη «σβουριχτή» τον έκοψε:
-Σκάσε κ......δο και μας ακούνε...
-Μη χτυπάς το παιδί τζόγια μου, μη, μη…
Ο σιόρ «Διονύσης» φραγκο-κουστουμαρισμένος και ευθυτενής είχε μπει αθόρυβα και μίλαγε γλυκά.
-Είδα φως και μπήκα άρχοντές μου, θέλετε να βοηθήσω σε κάτι?
Ό,τι θέλετε ο Νιόνιος είναι εδώ…
Καταστροφή σκεφτότανε ο Βεζίρης την ώρα που μυρωδιά από λιβάνι και τσίκνα μπριζόλας γέμισε την ατμόσφαιρα και μια άχρωμη φωνή ακούστηκε να λέει.
-Καλησπέρα σας κύριοι, ήρθα να καταθέσω μια ερώτηση για τις «λαμογιές και τα οβολά» που «χαθήκανε» κατά τον Άγιο Τρυφώνα, μεγάλη κι η χάρη του…
Εκκωφαντικός θόρυβος έκοψε την άχρωμη φωνή.
Ο Βεζίρης μη μπορώντας να αντέξει τέτοια πρωτοφανή συγκέντρωση, σωριάστηκε στην πολυθρόνα, αλλά αυτή με εκδικητική διάθεση διαλύθηκε…
Κι ο μέλλων άρχοντας έσκασε στο τσιμέντο…
Κανένας δεν συγκινήθηκε...
Δεν ήτανε γραφτό να ησυχάσουνε όμως…
Απ' έξω ερχότανε μια ομάδα συζητώντας ζωηρά.
Η παρέα στο σεράγι πάνιασε. Θυμήθηκε το «στραπατσάρισμα» το 2006 τότε από την λαϊκή εντολή -που κακοχρόνο νάχει- και που τους έγινε στενός κορσές τρία κοντά χρονάκια…
Μουγγαμάρα έπεσε και μόνο ο Σταύρακας είπε να τσαντιστεί αλλά το σκέφτηκε καλύτερα και το βούλωσε.
"Αύριο, μονολόγησε, αύριο θα τους περιλάβει ο «Αλλο-Δημοτικο-Ανώνυμος» για τα νέα σκάνδαλα και βάλε και θα δούνε αυτούνοι".
Και κει ακριβώς ανταριάστηκε ο «Βεζίρης» και ξύπνησε κάθιδρος χτυπώντας δυνατά την καρέκλα που αποκοιμήθηκε, χύνοντας και τον υπόλοιπο καπουτσίνο καταγής…
Ορέ μονολόγησε, τι πράμα είναι και τούτο…
Ούτε και στα όνειρα σου δεν σε αφήκανε να γενείς προύχοντας, μηδέ Βεζίρης…
Αλλά ξανασκέφτηκε: δεν θα τους περάσει…
Στα επόμενα «ΟΝΕΙΡΑ μου ΘΑ ΤΟΥΣ ΔΕΙΞΩ ΕΓΩ»…
Κι αφού βουλεύτηκε καλύτερα έπεσε πάλι για ύπνο…
Για νάρθει το επόμενο «δημοτικό όνειρο» γληγορότερα…



{Δια το πιστόν της αντιγραφής}
«Το Πειραχτήρι».

Ανώνυμος είπε...

KAI ΟΛΑ ΑΥΤΑ ΣΕ ΕΝΑ ΜΙΚΡΟ ΔΗΜΟ!
ΤΙ ΝΑ ΠΕΙ ΚΑΝΕΙΣ…
ΑΠΛΑ ΝΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΔΥΟ ΦΟΡΕΣ ΝΤΡΟΠΗ ΣΤΙΣ ΗΓΕΣΙΕΣ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΚΟΜΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΠΡΟΩΘΟΥΝ ΚΑΤΑΧΡΑΣΤΕΣ!

Ανώνυμος είπε...

ΜΠΑΤΣΟΣ ΣΕ ΒΟΥΛΕΥΤΗ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ (ΗΛΙΑΣ ΒΡΕΤΤΟΣ) ΚΑΙ ΔΗΜΟΤΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΚΑΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΕΜΠΛΕΚΟΜΕΝΟΣ ΓΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΤΑΣΘΑΛΙΕΣ;
Ο ΒΡΕΤΤΟΣ ΤΙ ΛΕΕΙ;

Ανώνυμος είπε...

Πριν τον ορισμό "κλέφτης", πρώτα ορίζουμε την κλεψιά, την αποδεικνύουμε και την φέρνουμε στο φως...
Με στοιχεία δεμένα και σοβαρά κι όχι με διοικητικά έγγραφα που ζητούνε μάλιστα και τις απόψεις των ήδη κατά τη λογική κάποιων, κλεφτών!!!
Αγνοώντας οποιοδήποτε πραγματικό περιστατικό, τυφλωμένοι από το διαχεόμενο άκρατο μίσος και την προσωπική "καθηγητη-κοκεντρική" ή άλλως, "καθηκικο-κεντρική" ευγενή προσωπική άμιλλα, ενός πλανοδίου μικροπωλητή ηθικής και κήνσορα του ατυχούς κώδικα δεοντολογίας...
Γυμνάσια παίδων ή επιθυμία παλιμπαιδισμού από τα γυμνασιακά (του) εκείνα χρόνια, ως συνοδευτικό στοιχείο του αξιόλογου τούτου πνευματικού ανδρός, που "μπερδεύει" τους ρόλους γυμνασιοπαίδων και καθηγητών... Και επιθυμεί να "ξεμπερδεύει" κινούμενος από μια περισσή μανία αντικιμενικοποίησης μιας ιδιώνυμης και ιδιότυπης "βεντέτας"!!!
Για να καταξιωθείκαι να αυτοαναγνωριστεί σαν ο πρότυπος πολίτης του πιο υποβαθμισμένου Δήμου, του Δήμου ΚΑματερού...
Οποία προσωπική υποβάθμιση!!!

Ανώνυμος είπε...

Πόσο κακή, κάκιστη υπηρεσία προσφέρουν στον εαυτό τους, στον «υποψήφιο Βεζίρη Καματερού»;, όλοι ετούτοι, οι εσχάτως ανασκαφείς των «οικονομικών εγκλημάτων», οι "υποβολείς", οι αυλοκόλακες και αυλο-κόρακες, οι γραμματοφαρισαίοι, οι "ψευτοσταμπουκάδες" που περιστοιχίζουν εαυτόν και αλλήλους ...
Κι ο "εξωραϊσμός" -τους- δεν θα επιτευχθεί, χάριν των ατομικών "γραμματικών" της σημερινής εποχής -ιδέ internet-blogs -που κοπιάζουν να δώσουν, δια της "γραφής" τους, "σάρκα και οστά", σ΄ ένα απονευρωμένο και αποστεωμένο προσωπικό μικροπολιτικό αδιέξοδο...
Σε ένα κύκλωμα με άλλοτε εναλλασσόμενους «γαλαζούληδες μικρομασκαράδες» που σκέπτεται σαν την γιαγιά της κάτω ρούγας, άλλοτε με ή σαν δήθεν προοδευτικούς κι άλλοτε σαν με κατίνες που στέκονται στα "παρατσούκλια", σαν ατού αντιμετώπισης του "αντιπάλου" και λειτουργούν παθιασμένα , έχοντας μπροστά, σαν "φάντασμα», τη δημοτική αρχή…
Δεν αντέχουν, τους στοιχειώνει το νου και τους κάνει να σκέπτονται, πόσο κοντά (τους) είναι ή δεν είναι η ώρα των επόμενων -δημοτικών-εκλογών, όπου θα κριθούν μιας και νομίζουν ότι με συμπεριφορές και πρακτικές σαν αυτές που επέλεξαν θα επιπλεύσουν...
Αύτανδροι θα καταβυθιστούν όπως και στο παρελθόν…

Εν αναμονή επίσης και των επόμενων πνευματικών έργων που υπάρχουν "εν διανοία" και των σκανδάλων που μόνο αυτοί γνωρίζουν και θα μας καταπλήξουν…

Σ΄ αυτούς λοιπόν τους ζηλωτές των μεγάλων "έργων και λόγων", αφιερωμένο εξαιρετικά το παρακάτω ΠΑΡΑΜΎΘΙ με τον τίτλο :

"Ο Πρίγκηπας της Λάσπης".

Μια φορά λοιπόν κι ένα καιρό, ήταν ένα μικρό βατραχάκι. Ήταν μικρό μα ξεχωριστό, γιατί είχε καταφέρει -χωρίς να ξέρει κανείς πως- να δει και να μάθει, πάρα πολύ σπουδαία και σοφά πράματα. Στην αρχή, που δεν είχε συνειδητοποιήσει ακόμα, τι μετέφερε στο μικρό του μυαλουδάκι, ήταν ήσυχο κι ευτυχισμένο.
Κυλιόταν στη λάσπη του και τις νύχτες, αφού χόρταινε να κυνηγά νοστιμότατα έντομα, με την ευκίνητη και ταχύτατη γλώσσα του, άρχιζε να τραγουδά χαρούμενα, κοιτάζωντας στον ουρανό, τα άστρα και το φεγγάρι.
Όσο μεγάλωνε όμως και σιγά-σιγά συνειδητοποιούσε, το βαρύ του φορτίο, διαπίστωσε με φρίκη, πως δε μπορούσε πια να χαίρεται στο βούρκο. Δε μπορούσε να ικανοποιείται, τρώγοντας μόνον έντομα και ζωύφια. Λαχταρούσε ένα καλύτερο χώρο και πιο έξοχα εδέσματα.
Το μόνο που συνέχιζε ν' απολαμβάνει -και μάλιστα εντονότερα- ήταν το ...χάσιμό του τις νύχτες, στον ουρανό. Σπαταλούσε το χρόνο του 'κεί, παραμελώντας άλλα ζωτικότερα πράματα.
Όλοι οι άλλοι βάτραχοι, στην αρχή παραξενεύτηκαν, αλλά μετ' από λίγο, άρχισαν να το κοροϊδεύουν. Κάποια τέτοια νύχτα ίσως, -όπως η αποψινή-πρέπει να 'ταν που άρχισε να του μπαίνει η Μεγάλη Ιδέα!
Να ζητήσει από το Βασιλιά του Δάσους, να του επιτρέψει, να μεταφέρει τις γνώσεις του και στ' άλλα ζώα! Γιατί έβαλε τέτοια ιδέα; Να 'χε ευγενικές προθέσεις; Να 'θελε να παραστήσει το σπουδαίο;
Να 'θελε να βελτιώσει, μέσω όσων γνώριζε, το τρόπο ζωής όλων των άλλων ζώων; Κανείς δεν ήξερε!
'Άπαξ και του μπήκε η ιδέα, ήταν πια σίγουρο, πως κανείς δε θα μπορούσε να του αλλάξει μυαλά. Μόλις καταστάλαξε μέσα του όλο τούτο, θέλησε να το εφαρμόσει άμεσα. Ζήτησε ακρόαση από το Βασιλιά. Φυσικά δεν έγινε δεκτό, ένα τόσο ανάρμοστο αίτημα και μάλιστα χωρίς επεξηγήσεις. Το βατραχάκι ένιωσε πολύ άσχημα κι άρχισε να σκέφτεται τους πιθανούς λόγους, τούτης της άρνησης.
Το πρώτο που 'κανε, ήταν να καθρεπτιστεί ένα καθάριο πρωί, στη λιμνούλα, που 'ταν πεντακάθαρη. Είδε πως ήταν ένα όμορφο βατραχάκι, μα είχε πολλά σημάδια -έτσι του φάνηκε τότε-, από λάσπη. Βάλθηκε λοιπόν να τσαλαβουτά για να καθαριστεί εντελώς και μόλις το κατάφερε, ζήτησε πάλι ακρόαση. Πάλι όμως δεν έγινε δεκτός, αλλά αυτή τη φορά όμως, ο Βασιλιάς -που ήταν και διπλωματικός πολιτικός- ζήτησε να του μεταβιβάσουν, πως ήταν τρομερά απασχολημένος.
Ο φίλος μας, κατάλαβε αμέσως, πως είχε δίκιο στην αρχική του εκτίμηση: ήθελε πλύσιμο, γι' αυτό κι αυτή τη φορά, δεν διώχτηκε χωρίς εξήγηση. Σκέφτηκε λοιπόν τι άλλο θα 'πρεπε να διορθώσει, ώστε να γίνει δεκτός και μάλιστα παιδεύτηκε πολύ. Κατέληξε πως μάλλον έπρεπε να φορέσει γυαλιά. Ναι! Γυαλιά! Είχε προσέξει, πως όλοι οι σοφοί τούτης της γης, φορούσαν, έστω κι αν κοιτούσαν, πολλές φορές, πάνω απ' αυτά.
Τσακίστηκε πάραυτα να βρει ένα καλό ζευγάρι μα δεν ήταν κάτι εύκολο. Παιδεύτηκε κάμποσο και μόλις βρήκε, αμέσως μετά, ζήτησε άλλη μια φορά να δει το Βασιλιά. Είδε με χαρά κι αγαλλίαση, πως αυτή τη φορά, οι φρουροί, τον αντιμετώπισαν με πάρα πολύ καλό τρόπο. Ο Βασιλιάς άκουσε το σεβασμό στη φωνή, εκείνου που του τον ανήγγειλε κι άρχισε να μελετά σοβαρά, το αίτημα. Κοίταξε τον υπηρέτη του προσεκτικά και τον ρώτησε μήπως ο υπήκοος του 'χε πει, τι τον ήθελε.
Ο άλλος, ταραγμένος, διαπίστωσε πως του 'χε διαφύγει να ρωτήσει κάτι τέτοιο και φυσικά, άκουσε τα ...σχολιανά του. Έφυγε τέλος με την εντολή, να τον διώξει ευγενικά κι άλλη φορά να προσέχει, να ρωτά τι και πως!
Ο μπιστικός μετέφερε όντως, με πολύ όμορφο τρόπο, την άρνηση του Αρχηγού, αλλά του υποσχέθηκε πως θα τον δεχτούν κάποια άλλη στιγμή στο μέλλον, που θα 'ναι τα πράματα πιο χαλαρά. Ο βάτραχος, άλλη μια φορά, συνεχάρη τον εαυτό του με την ιδέα του και κατάλαβε, πως πια ήταν κοντύτερα στον αρχικό του στόχο. Έφυγε και περίμενε να λάβει τη κλήση -είχε πιστέψει πως κάποια στιγμή θα τον καλούσε ο ίδιος ο Βασιλιάς- να σπεύσει στο Παλάτι, μα ο καιρός περνούσε και τίποτε!
Όταν πείστηκε πια πως δε θα κληθεί, άρχισε πάλι να σκέφτεται τι να διορθώσει, ώστε να το δεχτούν. Ν' αφήσει γενειάδα! Ναι! Αυτή είναι καταπληκτική ιδέα! Οι σοφοί τούτης της γης, είχαν όλοι γενειάδες, μα... δεν ήταν κάτι εφικτό... Πόσο απογοητεύτηκε όταν το συνειδητοποίησε! Αλλά πολύ σύντομα έλαμψαν τα μεγάλα μάτια του, από χαρά, γιατί μπορούσε να φτιάξει μια!
Έκανε κρυφές επισκέψεις στη φωλιά του κυρ- Λαγού και μάζευε τις άσπρες τρίχες του. Όταν είδε πως είχε μαζέψει αρκετές, έφτιαξε όχι μόνο γενειάδα, μα -σε μια έμπνευση της στιγμής- και μια όμορφη περούκα! Πρόσεξε, πως αυτό του 'δινε κύρος κι ανάστημα. Έφτιαξε κι ένα ζευγάρι ψηλοτάκουνα, αυτοσχέδια παπούτσια κι όταν θα εμφανιζόταν θα φούσκωνε -όπως μπορούσε θαυμάσια, να κάνει- το λαιμό του κι αυτή τη φορά, είχε στο τσεπάκι την έγκριση.
Πήρε το δρόμο για το παλάτι, με πολύ κόπο, γιατί δυσκολευόταν να στηριχθεί στα παπούτσια όντας αμάθητος -άσε που τον στενεύανε κι όλας- κι εκτός αυτού, είχε να διορθώνει κάθε τρις και λίγο, τη περούκα, που έχανε τη ...φόρμα της, από το ασταθές βάδισμα του. Μα δεν ήταν μόνο αυτό το ζόρι! Κάθε φορά που διόρθωνε τη περούκα, πέφτανε τα γυαλάκια στα μάτια, με αποτέλεσμα να μη καλοβλέπει κι άρα να σκοντάφτει στα μικροεμπόδια και να του ξαναπέφτει η περούκα και ...πάει λέγοντας.
Διορθώνοντας εναλλάξ και με σταθερή συχνότητα, παπούτσια-περούκα-γυαλιά, έφτασε κατάκοπος και με κάπως πεσμένο ηθικό, στη Πύλη.
Εκεί κοντοστάθηκε κι έκανε μια τελευταία κάλη διόρθωση -έτσι ήλπιζε τουλάχιστον- και προχώρησε προσεκτικά τα λίγα τελευταία μέτρα, μέχρι το σημείο που 'ταν ο φρουρός και μίλησε όσο πιο στρωτά, θαρραλέα και καθαρά μπόρεσε. Ζήτησε ακρόαση από το Βασιλιά κι όταν ο άλλος -ορμηνεμένος- το ρώτησε το λόγο, του εξήγησε την ιδέα του.
Η φωνή του -εκτός των άλλων- βγήκε και κουρασμένη, πράμα που του προσέδωσε ακόμα μεγαλύτερο κύρος. Ειδικά στα μάτια του εντυπωσιασμένου μπιστικού, που τα μάτια του είχαν δει λίγα σε τούτη τη γη. Τον άκουσε μ' ανοιχτό το στόμα, χάνοντας τη λαλιά του κι όταν τέλειωσε, του έγνεψε να περιμένει και μπήκε τρέχοντας μέσα.
Ο Βασιλιάς τον άκουσε προσεκτικά, πρόσεξε έκπληξη και σεβασμό στη φωνή και στο βλέμμα του και προβληματίστηκε πάρα πολύ. Ο νους του έτρεξε σ' άλλα μονοπάτια. Φοβήθηκε το βάτραχο, που 'χε κερδίσει μ' υπομονή κι επιμονή, το σεβασμό του παρακατιανού, μη του πάρει το σκήπτρο, αν μάλιστα είχε τέτοιο εντυπωσιακό παρουσιαστικό κι είχε και σημαντικά πράματα να πει - που αυτός ως ώρας αγνοούσε-, τότε ήθελε προσοχή!
Πρόσταξε τον υπηρέτη να το μπάσει να περιμένει, στην αίθουσα συμβουλίων, να κρατήσει εχεμύθεια -προφασίστηκε πως ίσως είχε να πει κάτι μυστικό ο ...κύριος- και να τους αφήσει εντελώς μόνους.
Γύρισε στα ιδιαίτερα δώματα του κι άλλαξε χίλιες φορεσιές, μέχρι να αποφασίσει τι θα φορέσει, ώστε να μην υστερήσει σε εμφάνιση, στολίστηκε με εντυπωσιακό τρόπο και στο τέλος, έβαλε στο κεφάλι το καλύτερο λοφίο
του.
Τότε μόνο, όταν ένιωσε άνετος κι επιβλητικός, πέρασε στην αίθουσα, ενώ είχε περάσει αρκετή ώρα. Είχε καταλάβει πως είχε στήσει το κύριο βάτραχο μα πίστευε πως έτσι θα του 'σπαζε το τσαμπουκά και περίεργος μπήκε...
Ο βάτραχος δε πίστευε στ' αυτιά του και συνεχάρη, άλλη μια φορά τον εαυτό του, για τις ...βελτιώσεις του, ως προς το σοφιστικοβατραχοimage του.
Μπήκε θαμπωμένος μέσα στο παλάτι και στην αίθουσα που τον έβαλαν να περιμένει. Όσο περνούσε η ώρα όμως, μεγάλωνε ο εκνευρισμός κι η ανασφάλεια που 'νιωθε. Ευτυχώς όμως, ήξερε πως αυτό που 'χε να πει ήταν αρκετά σημαντικό κι ήλπιζε να καταφέρει να πείσει και το Βασιλιά.
Όταν μπήκε ο Πρώτος των ζώων, υποκλίθηκε συνεπαρμένος και δυστυχώς, γυαλιά-περούκα-παπούτσια, χάσανε κάπως τη ...φόρμα τους.
Είχε ξεχάσει βλέπετε, πως τα φορούσε, μα πρέπει να 'ταν πολύ αστείο θέαμα, γιατί άκουσε ένα κοροϊδευτικό γέλιο να δονεί το χώρο. Ο Καπετάνιος βαστούσε τη κοιλιά του και με κόπο κατάφερε να σοβαρευτεί και πάνω που το 'χε καταφέρει, άκουσε το λόγο που 'φερνε 'δώ μέσα, τούτο 'δω το υποκείμενο και ...ξαναξεράθηκε στα χάχανα!
Ωστόσο σκέφτηκε πονηρά! Είδε πως δεν είχε να φοβάται τίποτε απ' αυτόν, προς το παρόν, αλλά ήξερε επίσης πως ήταν αρκετά ευρηματικός, επίμονος κι υπομονετικός κι έτσι έπρεπε να του δώσει ένα καλό μάθημα, άπαξ δια παντός! Όσο για το πως θα γινόταν αυτό... έ φυσικά θα τον άφηνε να ...μιλήσει στο πλήθος και τεχνηέντως θα τον ρεζίλευε. Γρήγορα είχε καταστρώσει σχέδιο δράσης και ...δέχτηκε το αίτημα, παριστάνοντας τον σκεπτικό και τον προβληματισμένο -ενώ μέσα του ακόμα γελούσε- και κάλεσε αμέσως τους κήρυκες!
Έδωσε εντολή επιτακτικά, ορίζοντας τη μέρα που θα 'πρεπε να μαζευτούν όλα μα ΟΛΑ τα ζώα, για ν' ακούσουν τι έχει να τους πει αυτός ο ...κύριος. Ύστερα αποσύρθηκε κι ο βάτραχος οδηγήθηκε έξω τυπικότατα!
Σαν έφτασε 'κείνη η μεγάλη μέρα, ο ήρωάς μας, ένιωθε κύριος της κατάστασης. Είχε ετοιμάσει το λόγο του, τον είχε κάνει πάμπολλες πρόβες, κοιτάζοντας τον εαυτό του στη λιμνούλα. Επίσης, είχε βελτιώσει εμφάνιση και στυλ κι έφτασε στο τόπο της συνάντησης σίγουρος, πως θα τύχει της δέουσας προσοχής.
Τα ζώα είχαν μαζευτεί από νωρίς, παραξενεμένα κι όταν όλα ετοιμάστηκαν βγήκε ο Βασιλιάς και τους απηύθυνε χαιρετισμό. Τους μίλησε λιγάκι με συνηθισμένα λόγια κι ύστερα -με τέχνη και λόγο εξαιρετικό- τα ρώτησε αν έχουν κανένα παράπονο. Φυσικά πήρε, δια βοής την απάντηση που 'θελε και τότε μορφάζοντας αδιάφορα, ζήτησε τη ...προσοχή τους στο Κύριο Βάτραχο, που 'χε, λέει, να τους πει κάτι σημαντικό.
Μπορεί να το 'πε σοβαρά μα με τέτοια σημασία που 'ταν σα να 'λεγε "και τώρα θα ...σπάσουμε πλάκα"! Τέλος με μια θεατρινίστικη κίνηση τους τον ανήγγειλε κι αποτραβήχτηκε πιο πίσω!
Ο βάτραχος, ανέβηκε στο πόντιουμ, που 'χε ετοιμαστεί, μη ξέροντας ότι είχε συμβεί κι άρχισε να τους μιλά, αν κι ...είχε τρακ λόγω που πρώτη φορά μιλούσε σε τόσο πλήθος. Αυτό τον έκανε να κομπιάσει στις πρώτες φράσεις:

-"Αγαπητοί μου συντοπίτες ...εεε... έχω να σας πω... εεε... κάτι πολύ σημαντικό... εεε για ... γιαα... εεεε... α για όλους μας..."

Στο σημείο αυτό, το κοινό χλεύασε, γιατί άρχισε να ...βαριέται! Ο βάτραχος μας, τα 'χασε:
-"Θα με αφήσετε να μιλήσω"; τους ρώτησε
-"ΟΧΙΙΙΙ"! του 'παν όλοι, εν χορώ, "γιατί είσαι άσχημος με αυτά τα μαλλιά"!!
Έβγαλε αμέσως τη περούκα του και ξαναπροσπάθησε μα αυτή τη φορά τους ενοχλούσαν τα γένεια του. Έπειτα τα παπούτσια και μετά τα γυαλιά κι όταν εκείνος απαλλάχτηκε απ' όλα αυτά, δε κατάφερνε να επιβληθεί πια σ' έναν εντελώς ξεσαλωμένο όχλο!
Αναγκάστηκε να κοάσει δυνατά! Του είπαν πως δεν είχε όμορφη φωνή και πως δεν ήθελαν να ακούσουν τίποτε άλλο! Προσπάθησε να κάνει τη φωνή του γλυκιά κι όμορφη μα τελικά διαπίστωσε πως είχε χάσει ειρμό, ηθικό και σθένος.
Τώρα και να τον άφηναν να μιλήσει δε θα κατάφερνε να τους τα πει στρωτά κι όμορφα, όπως τα 'χε σχεδιάσει! "Ευτυχώς" σκέφτηκε "που το θέμα που 'χω να τους 'πω, είναι πάρα πολύ σημαντικό" κι αποφάσισε να συνεχίσει τη προσπάθεια. Αυτή η σκέψη τον έκανε να αντλήσει δυνάμεις κι άρχισε πάλι να μιλά. Θα τα 'χε ίσως καταφέρει μα 'δω επενέβη ο Βασιλιάς.
Δηλαδή όχι ο ίδιος, απλώς είχε βάλει μέσα στο πλήθος έναν έμπιστο και του 'κανε νόημα. Εκείνος σηκώθηκε, πλησίασε το βάτραχο και του 'πε, περιφρονητικά:
-"'Ακουσε βατραχάκι, γύρνα στη λάσπη σου να χάφτεις μύγες και μη μας τρως το χρόνο με τις μπουρδολογίες σου!
Εμπρός! 'Αειντε ντε!!! και στο τέλος αυτής της άσχημης φράσης έκαμε κάτι ακόμα πιο άσχημο: τον έφτυσε κοροϊδευτικά!
Τότε, μπροστά στα έκπληκτα μάτια όλων και του Βασιλιά, συνετελέσθη ένα μεγάλο θαύμα: Ο βάτραχος μεταμορφώθηκε σ' ένα πανέμορφο κι υπέροχο πρίγκιπα! Όλοι - κι ο Βασιλιάς ακόμα- έμειναν άφωνοι! Ο βάτραχος-Πρίγκιπας, που δεν είχε καταλάβει πως είχε αλλάξει, θεώρησε πως επιτέλους είχαν πειστεί ν' ακούσουν κι ...άδραξε την ευκαιρία:
-"Λοιπόν, επιτέλους, έχω να σας πω πως το δάσος μας κινδυνεύει! Θα 'ρθουν γερανοί κι ένα σωρό άλλα μηχανήματα και θα μας το καταστρέψουνε, για να φτιάξουνε μεγάλα κτιριακά συγκροτήματα! Αν δε κάνουμε κάτι γι' αυτό ή να φύγουμε γρήγορα, πολλοί από 'μας -ίσως κι όλοι- θα χαθούμε..." σταμάτησε γιατί διαπίστωσε ξαφνικά, πως η φωνή, του 'βγαινε διαφορετική κι ότι κοιτούσε το πλήθος από πιο ψηλά, σε σχέση με πριν.
Κοίταξε τα χέρια του και τότε τα θυμήθηκε όλα...
Κάποιος μεγάλος μάγος, τον είχε κάνει βάτραχο, επειδή ήταν διάδοχος του θρόνου κι όχι μόνον αυτό, μα ήθελε να αποτρέψει αυτή τη καταστροφή, που είχαν αποφασίσει όλοι οι άλλοι -με το ...αζημίωτο φυσικά- κι ήθελε με αυτό το τρόπο να τον ξεφορτωθεί κρυφά!
Πίσω στην αίθουσα είχε επικρατήσει σιωπή, που την έσπασε ο Βασιλιάς, πλησιάζοντας τον και του είπε συγκινημένος:
-"Πρίγκιπα μου, μεγάλη μας τιμή και πολύ όμορφα θα τα 'πατε όλα τούτα, σίγουρα. Ζητώ συγγνώμη που δε σας αντιμετωπίσαμε κατά πως έπρεπε, μα ...δε ξέραμε... Όμως πρέπει να σας πω πως τώρα πια δε σας καταλαβαίνουμε, ότι κι αν μας λέτε! Δε γνωρίζουμε τη γλώσσα των ανθρώπων"!
Ο Πρίγκιπας-βάτραχος δε καταλάβαινε λέξη, απ' όσα του 'λεγε, εκείνο το ζωάκι 'μπρός του κι έτσι στράφηκε πάλι στο κοινό:
-"Πρέπει να φύγετε γιατί αυτό το μακροπρόθεσμο πρόγραμμα υλοτομίας, τουριστικής εκμετάλλευσης και τσιμεντοποίησης του δάσους αυτού, μπορεί να 'χει ξεκινήσει ήδη"!
Όλοι τον άκουγαν πολύ προσεκτικά. Κρέμονταν απ' τα χείλη του κυριολεκτικά κι όντως κατέβαλλαν φιλότιμες προσπάθειες, να τον
καταλάβουν, μα του κάκου!
Ο Βασιλιάς πλησίασε και του 'γλυψε το χέρι. Τότε ένα δεύτερο θαύμα γίνηκε στη κατάμεστη αίθουσα: Ο Πρίγκιπας-βάτραχος ξαναέγινε βατράχι δια μιας. Νέα βουβαμάρα, νέα έκπληξη στο κοινό, που κράτησε λίγο, όσο να γίνει αντιληπτή η νέα αλλαγή. Τώρα ο βάτραχος χάρηκε που 'δε πως μπορούσε να τους εξηγήσει κι άρχισε να μιλά πάλι. Εκείνοι όμως δε τον άφησαν κι άρχισαν να τον κοροϊδεύουν πάλι.
Στην αρχή, χειροκρότησαν ειρωνικά κι έπειτα τον πρόγκηξαν, πνίγοντας τα ανήσυχα λόγια του, πριν καν προλάβει να αρθρώσει μια φράση.
Έπειτα από κάμποσο καιρό -από 'κείνη τη μέρα- όταν πια τα μηχανήματα έπαιρναν, ένα-ένα, μπρος με κατεύθυνση το δάσος, ο Βάτραχος-πρίγκιπας είχε εκδιωχθεί. Είχε ανακαλύψει τις χαρές της λασπουριάς, τη γλυκιά γεύση των εντόμων και τη μαγική ομορφιά του νυχτερινού ουρανού. Κι όλα τούτα τα 'κανε τραγούδια και τα κόαζε τις νυχτιές, αρκετά μακριά από 'κει...

βρεκεκεκεξ κουαξ κουαξ
Βοήθα μούσα, για να 'πω σ' αυτούς εδώ τους στίχους,
της μίζερης μου της ζωής, το λάθος το τρανό
ακουώντας να πλησιάζουνε, του Χάροντα τους ήχους
και πριν στη Γη που μ' έθρεψε, βαθιά θε να χωθώ.
Γεννήθηκα, μεγάλωσα και μόλεψα το νου μου,
μ' αυτά που λεν' Ιδανικά, Όνειρα και Ελπίδες
και πίστεψα, σε μια στιγμή του άγονου του βιού μου
ότι γραφτό μου ήτανε να σπάσω τ'ς αλυσίδες.

Και έβγαινα κοάζοντας στη Λάσπη μου σιργιάνι,
καμαρωτός, θαρρεύοντας πως ήμουν Εκλεκτός.
Εγώ ο μόνος Βάτραχος -αχ νου που 'χες φυράνει!-
που με φιλί Πριγκίπισσας, Πρίγκηπας θα γενώ τρανός!

Τώρα που μου 'ρθε το μυαλό, πίσω στα σύγκαλά του
και πλατσουρίζω ήσυχος, δίχως τις ψευδαισθήσεις,
παράτησα το Θρόνο μου και όλα τα καλά του,
μα έχασ' ήδη μια ζωή και μύριες συγκινήσεις!

Κι εγώ που τόσο πόθησα, μια μέρα να ταφώ,
μ' ένα μεγάλο επίγραμμα στη πλάκα μ' από πάνω,
θα σβήσω κάποιο δειλινό κι ευτύς θα ξεχαστώ,
σα να μη πέρασα ποτέ στο Κόσμο τον Επάνω!


Υ.Γ* "Κάθε ομοιότητα με τυχόν φυσικά πρόσωπα ή βατράχους – σωτήρες, πολιτικάντηδες βατράχους που κοάζουν στα απόνερα της παραπολιτικής τους ίντριγκας είναι τελείως συμ –«ΠΤΩΜΑΤΙΚΗ»!
Και πόση ευθυκρισία διαθέτουν όταν μιλάνε για υποβαθμισμένο Καματερό, κρίνοντας εξ ιδίων και εκ του ασφαλούς…
Δεν έχουν αντιληφθεί ότι το Καματερό μεγάλωσε ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΑ κι ο κόσμος που έχει έρθει είναι δημότες προοδευτικοί και δημοκρατικοί, όπως κι οι παλιοί στην συντριπτική πλειοψηφία, που έχουν και νου και γνώση και πολιτική άποψη και διαίσθηση…
Και επειδή «ρωτώντας πας στην πόλη», ρωτώντας έχουν μάθει για τα πρόσωπα και τα πράγματα, η μάσκα του δήθεν ερευνητή και ανασκαφέα σκανδάλων δεν περνάει, δεν πείθει δεν φέρνει αναγνωρισιμότητα…
Δυστυχώς, γιατί ακόμη ζουν, σε ένα Καματερό-χωριό, με ρούγες παραπολιτικής και σοκάκια δήθεν κουκουλοφόρων καταδοτών και πληροφοριοδοτών!!!
Με το "προσωπείο" του απλού , σεμνού και ταπεινού ρουφιάνου…